Πλήρης Απογραφή Παραπτωμάτων [CMI-50]
Περιγραφή Εργαλείου
Το Comprehensive Misconduct Inventory (CMI-50) είναι ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση αποκλίνουσας ή ακατάλληλης συμπεριφοράς σε διάφορες πτυχές της ζωής των ατόμων. Αποτελείται από 50 ερωτήματα που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα συμπεριφορών, όπως ακαδημαϊκή παραβατικότητα, εγκληματική ή αντικοινωνική συμπεριφορά και καθημερινές παρατυπίες. Το εργαλείο αυτό επιτρέπει τη συστηματική καταγραφή και ανάλυση διαφόρων μορφών παραβατικής συμπεριφοράς.
Ανάλυση και Χρήση Δεδομένων
Η ανάλυση των δεδομένων από την κλίμακα CMI-50 πραγματοποιείται συνήθως με τη χρήση στατιστικών μεθόδων, όπως η παραγοντική ανάλυση ή η ανάλυση συσχετίσεων, για την αναγνώριση διαφορετικών διαστάσεων της αποκλίνουσας συμπεριφοράς. Οι απαντήσεις δίνονται σε κλίμακα Likert, η οποία αξιολογεί τη συχνότητα ή τη σοβαρότητα των πράξεων.
Η χρήση των δεδομένων από το CMI-50 είναι ιδιαίτερα σημαντική σε ποικίλες ερευνητικές και πρακτικές εφαρμογές. Χρησιμοποιείται για τη μελέτη της συχνότητας και των παραγόντων κινδύνου που σχετίζονται με ακατάλληλη συμπεριφορά σε ακαδημαϊκά και κοινωνικά πλαίσια. Το CMI-50 μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη στρατηγικών πρόληψης και παρεμβάσεων με στόχο τη μείωση της παραβατικής συμπεριφοράς και την προώθηση κατάλληλης συμπεριφοράς.
Σκοπός
Ο κύριος στόχος του CMI-50 είναι η αναγνώριση των επιπέδων και των τύπων αποκλίνουσας συμπεριφοράς που μπορεί να παρουσιάσουν οι συμμετέχοντες. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει:
Αξιολόγηση της συχνότητας ακατάλληλων συμπεριφορών.
Εντοπισμό πιθανών ψυχοκοινωνικών παραγόντων που συνδέονται με αυτές τις συμπεριφορές.
Αξιολόγηση της επίδρασης της παραβατικής συμπεριφοράς σε άλλες πτυχές της ζωής των συμμετεχόντων, όπως η ακαδημαϊκή ή η κοινωνική τους ζωή.
Το εργαλείο αυτό μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία σχεδίων που στοχεύουν στην πρόληψη της αποκλίνουσας συμπεριφοράς και στην ενίσχυση της τήρησης των κοινωνικών κανόνων.
Βαθμονόμηση
Η βαθμονόμηση του CMI-50 βασίζεται στις απαντήσεις των συμμετεχόντων σε σχέση με τη συχνότητα ή τη σοβαρότητα των αποκλινουσών πράξεων. Η βαθμολογία υπολογίζεται ως το άθροισμα των απαντήσεων στα 50 ερωτήματα, με στόχο την κατηγοριοποίηση των επιπέδων παραβατικότητας (π.χ. χαμηλή, μέτρια, υψηλή). Συνήθως, οι βαθμολογίες ομαδοποιούνται και αναλύονται με βάση τις διάφορες διαστάσεις της παραβατικότητας που προκύπτουν από τις απαντήσεις των συμμετεχόντων.
Βιβλιογραφία
Gottfredson, M. R., & Hirschi, T. (1990). A General Theory of Crime. Stanford University Press.
Jessor, R., Donovan, J. E., & Costa, F. M. (1991). Beyond Adolescence: Problem Behavior and Young Adult Development. Cambridge University Press.
Elliott, D. S., Huizinga, D., & Ageton, S. S. (1985). Explaining Delinquency and Drug Use. SAGE Publications.
Farrington, D. P. (1996). Understanding and preventing youth crime. Joseph Rowntree Foundation.
Hirschi, T. (1969). Causes of Delinquency. University of California Press.