Αξιοπιστία και Εγκυρότητα
Εισαγωγή
Στον χώρο της επιστημονικής έρευνας, η αξιοπιστία και η εγκυρότητα αποτελούν δύο από τα πιο βασικά κριτήρια που καθορίζουν την ποιότητα και την εγκυρότητα των συμπερασμάτων που προκύπτουν από μία μελέτη. Ένα εργαλείο μέτρησης δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά αν δεν εξασφαλίζει ικανοποιητικά επίπεδα αξιοπιστίας και εγκυρότητας. Η ύπαρξη αυτών των δύο χαρακτηριστικών αποτελεί προϋπόθεση για να θεωρηθούν τα αποτελέσματα όχι μόνο έγκυρα αλλά και χρήσιμα για την επιστημονική κοινότητα. Ο μελλοντικός ερευνητής οφείλει να κατανοήσει εις βάθος τη διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές έννοιες, καθώς και τις μεθόδους με τις οποίες διασφαλίζονται.
Η έννοια της Αξιοπιστίας
Η αξιοπιστία σχετίζεται με την ακρίβεια και τη σταθερότητα των μετρήσεων ενός οργάνου ή δοκιμασίας. Ένα αξιόπιστο εργαλείο είναι εκείνο που, όταν εφαρμόζεται επανειλημμένα στο ίδιο δείγμα, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, παρέχει σταθερά τα ίδια αποτελέσματα. Η συνέπεια αυτή είναι κρίσιμη, καθώς διαφοροποιήσεις που προκύπτουν χωρίς πραγματική αλλαγή του φαινομένου που μελετάται δείχνουν ότι το εργαλείο δεν είναι αξιόπιστο. Συνοπτικά, η αξιοπιστία εκφράζεται με τους όρους «σταθερότητα» και «εσωτερική συνοχή».
Υπολογισμός της Αξιοπιστίας
Η αξιοπιστία εκτιμάται κυρίως με τη βοήθεια στατιστικών μεθόδων. Το πιο συνηθισμένο εργαλείο είναι ο συντελεστής συσχέτισης r, ο οποίος λαμβάνει τιμές από 0 έως 1. Ένα εργαλείο θεωρείται ότι διαθέτει μέγιστη αξιοπιστία όταν ο συντελεστής φτάνει στο 1, ενώ η τιμή 0 δηλώνει πλήρη έλλειψη αξιοπιστίας. Ωστόσο, στην πράξη, είναι σχεδόν αδύνατο να επιτευχθεί τέλεια ακρίβεια, ιδιαίτερα σε επιστήμες όπως η ψυχολογία, όπου οι μεταβλητές που μετρώνται είναι σύνθετες και επηρεάζονται από ποικιλία παραγόντων. Για τον λόγο αυτό, ο ερευνητής οφείλει να αποδέχεται ότι η αξιοπιστία κινείται συνήθως σε ικανοποιητικά επίπεδα, χωρίς να είναι απόλυτη.
Είδη Αξιοπιστίας
Η αξιοπιστία ενός εργαλείου μπορεί να εξεταστεί μέσα από διάφορες μορφές. Μία από τις συνηθέστερες είναι η αξιοπιστία επαναληπτικών μετρήσεων, η οποία αναφέρεται στη συνέπεια των αποτελεσμάτων όταν η ίδια δοκιμασία εφαρμόζεται στο ίδιο δείγμα σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Επίσης, υπάρχει η αξιοπιστία εναλλακτικών τύπων, η οποία χρησιμοποιείται όταν υπάρχουν δύο ή περισσότερες εκδοχές του ίδιου εργαλείου και εξετάζεται κατά πόσο οι διαφορετικές εκδοχές δίνουν παρόμοια αποτελέσματα. Ένα άλλο είδος είναι η αξιοπιστία ημίκλαστων ή ημίσεων, που αφορά στην εσωτερική συνοχή ενός εργαλείου μέσα από τη σύγκριση των απαντήσεων των συμμετεχόντων σε δύο τμήματα της ίδιας δοκιμασίας. Η αξιοπιστία εσωτερικής συνοχής ή συνέπειας αναφέρεται επίσης στη συμφωνία μεταξύ των επιμέρους ερωτήσεων ενός εργαλείου που μετρούν την ίδια θεωρητική έννοια και συχνά εκτιμάται με δείκτες όπως ο συντελεστής Cronbach’s Alpha. Σημαντική είναι ακόμη η αξιοπιστία ίδιου παρατηρητή ή βαθμολογητή, που εξετάζει αν ο ίδιος ερευνητής παρέχει σταθερά αποτελέσματα όταν μετρά επανειλημμένα το ίδιο φαινόμενο, αλλά και η αξιοπιστία μεταξύ παρατηρητών ή βαθμολογητών, η οποία αξιολογεί τον βαθμό συμφωνίας ανάμεσα σε διαφορετικούς ερευνητές που παρατηρούν ή μετρούν το ίδιο γεγονός.
Η Σχέση Αξιοπιστίας και Εγκυρότητας
Ενώ η αξιοπιστία αναφέρεται στη σταθερότητα και συνέπεια των μετρήσεων, η εγκυρότητα αφορά το κατά πόσο ένα εργαλείο μετρά αυτό που πραγματικά προτίθεται να μετρήσει. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι ένα εργαλείο μπορεί να είναι αξιόπιστο χωρίς να είναι έγκυρο, αλλά δεν μπορεί να είναι έγκυρο χωρίς να είναι αξιόπιστο. Για παράδειγμα, ένα ερωτηματολόγιο μπορεί να παρέχει σταθερά παρόμοιες απαντήσεις, άρα να θεωρείται αξιόπιστο, αλλά αν οι ερωτήσεις δεν ανταποκρίνονται στο θεωρητικό κατασκεύασμα που εξετάζεται, τότε το εργαλείο δεν είναι έγκυρο. Έτσι, η αξιοπιστία αποτελεί προϋπόθεση της εγκυρότητας και χωρίς αυτήν δεν μπορεί να γίνει λόγος για επιστημονικά αποδεκτή μέτρηση.
Συμπεράσματα
Η αξιοπιστία και η εγκυρότητα αποτελούν απαραίτητα στοιχεία κάθε ερευνητικού εργαλείου. Χωρίς αξιοπιστία, τα αποτελέσματα δεν μπορούν να θεωρηθούν σταθερά και αναπαραγώγιμα, ενώ χωρίς εγκυρότητα, δεν έχουν ουσιαστική ερμηνευτική αξία. Ο ερευνητής οφείλει να διασφαλίζει ότι τα εργαλεία που χρησιμοποιεί πληρούν και τα δύο αυτά κριτήρια, ώστε τα συμπεράσματα της έρευνάς του να είναι αξιόπιστα, χρήσιμα και επιστημονικά τεκμηριωμένα. Η κατανόηση της διάκρισης και της αλληλεξάρτησης ανάμεσα στην αξιοπιστία και την εγκυρότητα βοηθά τον ερευνητή να σχεδιάζει καλύτερες μελέτες, να επιλέγει τα κατάλληλα εργαλεία και να καταλήγει σε αποτελέσματα που έχουν πραγματική αξία και συμβολή στην επιστήμη.