Επαγγελματική Εξουθένωση και το Διαδραστικό Μοντέλο του Cherniss

Εισαγωγή

Η επαγγελματική εξουθένωση, γνωστή διεθνώς ως burnout, αποτελεί ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό φαινόμενο στον χώρο της εργασίας, το οποίο έχει απασχολήσει την επιστημονική κοινότητα για δεκαετίες. Πρόκειται για μια πολυδιάστατη κατάσταση που συνδυάζει σωματική, ψυχική και συναισθηματική εξάντληση, η οποία εκδηλώνεται σταδιακά ως αποτέλεσμα παρατεταμένου επαγγελματικού άγχους και ανεπαρκούς διαχείρισης των απαιτήσεων. Οι επιπτώσεις της γίνονται αισθητές τόσο σε προσωπικό επίπεδο, επηρεάζοντας την ψυχική υγεία, την ικανοποίηση από την εργασία και τις κοινωνικές σχέσεις, όσο και σε οργανωτικό επίπεδο, όπου παρατηρείται μείωση της παραγωγικότητας, αύξηση των απουσιών, μείωση της δέσμευσης των εργαζομένων και αυξημένος κίνδυνος αποχωρήσεων. Η ανάλυση του φαινομένου έχει μεγάλη πρακτική σημασία για τους οργανισμούς, διότι η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να βελτιώσει το εργασιακό κλίμα, να ενισχύσει το ηθικό και να αποτρέψει σοβαρές συνέπειες που σχετίζονται με τη σωματική και ψυχολογική υγεία.

Οι Αρχές ενός Ολοκληρωμένου Μοντέλου Επαγγελματικής Εξουθένωσης

Για να μπορέσει ένα θεωρητικό μοντέλο να περιγράψει επαρκώς το φαινόμενο της επαγγελματικής εξουθένωσης, πρέπει να λαμβάνει υπόψη του διαφορετικές, αλλά αλληλένδετες, διαστάσεις. Κατ’ αρχάς, οφείλει να ενσωματώνει τις ατομικές και οργανωτικές μεταβλητές που αποτελούν τις βασικές πηγές άγχους και επαγγελματικών απαιτήσεων. Παράλληλα, πρέπει να εξετάζει τις συνέπειες της εξουθένωσης, τόσο σε ατομικό επίπεδο, όπως είναι η ψυχική κόπωση και η μείωση της επαγγελματικής ικανοποίησης, όσο και σε επίπεδο εργασιακών επιδόσεων και οργανωτικών αποτελεσμάτων, όπως η αυξημένη εναλλαγή προσωπικού. Τέλος, ένα ολοκληρωμένο μοντέλο χρειάζεται να προσφέρει ένα πλαίσιο πολυεπίπεδων παρεμβάσεων, ώστε να είναι δυνατή όχι μόνο η ανακούφιση όσων βιώνουν ήδη εξουθένωση, αλλά και η πρόληψη της ανάπτυξής της, με κατάλληλες προσαρμογές στο εργασιακό περιβάλλον.

Το Διαδραστικό Μοντέλο του Cherniss

Μία από τις πιο σημαντικές θεωρητικές προσεγγίσεις είναι το διαδραστικό μοντέλο που πρότεινε ο Cary Cherniss στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Η ανάπτυξή του βασίστηκε σε συνεντεύξεις με 28 νέους επαγγελματίες που εργάζονταν σε τρεις καίριους τομείς παροχής υπηρεσιών: τη νοσηλευτική δημόσιας υγείας, την αστυνομία και τη διδασκαλία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ο Cherniss υποστήριξε ότι η εξουθένωση δεν μπορεί να θεωρηθεί αποκλειστικά ως ατομικό πρόβλημα, αλλά ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στα χαρακτηριστικά του εργασιακού περιβάλλοντος και στις προσωπικές προσδοκίες και προσανατολισμούς των εργαζομένων. Τα άτομα δεν εισέρχονται στην εργασία τους ως «λευκός καμβάς», αλλά φέρνουν μαζί τους εμπειρίες, εξωεργασιακές απαιτήσεις και υποστηρικτικά δίκτυα. Ο τρόπος με τον οποίο ανταποκρίνονται στις εργασιακές προκλήσεις εξαρτάται από αυτό το πολύπλοκο πλέγμα επιρροών. Η ανάλυση διαδρομής του Cherniss έδειξε ότι τα χαρακτηριστικά της εργασίας σχετίζονται άμεσα με την εξουθένωση, ενώ η επίδρασή τους μπορεί να μεσολαβείται και από το πώς βιώνονται οι πηγές άγχους. Έτσι, η επαγγελματική εξουθένωση γίνεται κατανοητή ως μια διαδικασία που αναπτύσσεται σταδιακά και δεν περιορίζεται σε έναν μεμονωμένο παράγοντα.

Στρατηγικές Παρεμβάσεων

Με βάση το διαδραστικό μοντέλο, οι οργανισμοί έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόσουν συγκεκριμένες στρατηγικές για να μειώσουν τον κίνδυνο εξουθένωσης, ειδικά στους νέους επαγγελματίες που βρίσκονται στην αρχή της σταδιοδρομίας τους. Ο Cherniss τόνισε τη σημασία της συστηματικής εκπαίδευσης και της σταδιακής προσαρμογής. Ένα εκτεταμένο πρόγραμμα προσανατολισμού, που περιλαμβάνει ενδοϋπηρεσιακή κατάρτιση, συμμετοχή σε σεμινάρια και συνεχή παρακολούθηση από πιο έμπειρους συναδέλφους, μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια ομαλή ένταξη. Η εντατική εποπτεία συμβάλλει στη μείωση του αισθήματος ανασφάλειας, ενώ η σταδιακή αύξηση του φόρτου εργασίας επιτρέπει στον εργαζόμενο να αναπτύξει επαγγελματική επάρκεια χωρίς να αισθάνεται καταβεβλημένος. Επιπλέον, η δημιουργία ενός υποστηρικτικού και ανθρωποκεντρικού εργασιακού κλίματος ενισχύει την ψυχολογική ανθεκτικότητα και καλλιεργεί αίσθημα ανήκειν.

Παράδειγμα Εφαρμογής

Ένα ενδεικτικό παράδειγμα που επιβεβαιώνει την αξία των παρεμβάσεων αυτών είναι το πρόγραμμα της Εταιρείας Βοήθειας Παιδιών της Μητροπολιτικής Τορόντο, το οποίο παρουσιάστηκε από τους Falconer και Hornick το 1983. Το πρόγραμμα στόχευε στη μείωση της επαγγελματικής εξουθένωσης σε νεοεισερχόμενους κοινωνικούς λειτουργούς παιδικής πρόνοιας. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές πρακτικές, οι εργαζόμενοι προσλαμβάνονταν σε ομάδες και παρέμεναν μαζί τους πρώτους έξι μήνες. Κατά το διάστημα αυτό, ο φόρτος εργασίας τους αυξανόταν σταδιακά, ώστε να φτάσει στο 60% του συνηθισμένου φόρτου. Η στρατηγική αυτή ενίσχυσε τη συνεργασία, προσέφερε αμοιβαία υποστήριξη και περιόρισε την άμεση έκθεση σε υψηλά επίπεδα πίεσης.

Μακροπρόθεσμες Επιπτώσεις

Μία δωδεκαετής μελέτη παρακολούθησης που διεξήγαγε ο ίδιος ο Cherniss το 1992 έδειξε ότι όσοι επαγγελματίες παρουσίασαν εξουθένωση νωρίς στην καριέρα τους δεν εγκατέλειψαν απαραίτητα το επάγγελμά τους, αλλά ανέπτυξαν μεγαλύτερη ευελιξία και ανθεκτικότητα στον τρόπο με τον οποίο προσέγγιζαν την εργασία τους. Αντίθετα, η εξουθένωση που εμφανίζεται αργότερα στη σταδιοδρομία φαίνεται να έχει πιο σοβαρές και μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες, γεγονός που υποδηλώνει ότι η χρονική στιγμή εμφάνισης του φαινομένου παίζει κρίσιμο ρόλο για την επαγγελματική πορεία και τις στρατηγικές αντιμετώπισης που απαιτούνται.

Συμπεράσματα

Το διαδραστικό μοντέλο του Cherniss προσφέρει ένα ουσιαστικό εργαλείο κατανόησης της επαγγελματικής εξουθένωσης. Με έμφαση στην αλληλεπίδραση μεταξύ ατόμου και περιβάλλοντος, καταδεικνύει ότι η εξουθένωση δεν είναι αποτέλεσμα προσωπικής αδυναμίας, αλλά προϊόν σύνθετων διαδικασιών που συνδέονται με το εργασιακό πλαίσιο, τις προσδοκίες και τις στρατηγικές διαχείρισης άγχους. Οι οργανισμοί που υιοθετούν ολοκληρωμένες στρατηγικές υποστήριξης μπορούν να προλάβουν την εμφάνιση του φαινομένου και να διασφαλίσουν τη μακροπρόθεσμη ευημερία και αποδοτικότητα του ανθρώπινου δυναμικού τους. Η μελέτη και εφαρμογή του μοντέλου αυτού καθιστά σαφές ότι η έγκαιρη παρέμβαση και η ενίσχυση της επαγγελματικής ανθεκτικότητας δεν είναι απλώς χρήσιμες, αλλά απαραίτητες για τη βιώσιμη ανάπτυξη τόσο των ατόμων όσο και των οργανισμών.