Επαγγελματική Εξουθένωση κατά Shirom

Εισαγωγή

Η επαγγελματική εξουθένωση ή αλλιώς professional burnout αποτελεί ένα σύνδρομο που έχει προσελκύσει την προσοχή ερευνητών, επιστημόνων και επαγγελματιών υγείας σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο όρος εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1974 από τον Freudenberger, ο οποίος παρατήρησε και κατέγραψε τα συμπτώματα της εξουθένωσης σε εργαζόμενους οι οποίοι βρίσκονταν σε συνεχή αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους. Ο ίδιος περιέγραψε το φαινόμενο ως μια κατάσταση έντονης σωματικής και ψυχικής εξάντλησης που επηρεάζει τη λειτουργικότητα και την ευημερία του ατόμου. Στη συνέχεια, πλήθος ερευνητών στην Ευρώπη και την Αμερική, όπως οι Maslach, Jackson, Pines και Aronson, μελέτησαν σε βάθος το σύνδρομο, προσπαθώντας να αποσαφηνίσουν τον ορισμό του, να εντοπίσουν τις αιτίες που το προκαλούν και να αναλύσουν τις συνέπειές του τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική ζωή του εργαζομένου. Παράλληλα, ανέπτυξαν και πρακτικές μεθόδους που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην πρόληψη και στην αντιμετώπισή του.

Το μοντέλο των Shirom και Melamed

Ανάμεσα στα πιο σημαντικά θεωρητικά μοντέλα που έχουν αναπτυχθεί συγκαταλέγεται το μοντέλο των Shirom και Melamed, το οποίο διαφοροποιείται σε αρκετά σημεία από τα αντίστοιχα των Maslach και Pines. Η βάση του στηρίζεται στη θεωρία του Hobfoll σχετικά με τη διαχείριση των πόρων, σύμφωνα με την οποία οι άνθρωποι διαθέτουν συγκεκριμένους σωματικούς, ψυχολογικούς και κοινωνικούς πόρους, τους οποίους καταβάλλουν συνεχή προσπάθεια να διατηρήσουν. Όταν αυτοί οι πόροι μειώνονται ή εξαντλούνται, τότε το άτομο βρίσκεται αντιμέτωπο με την εξουθένωση. Στο πλαίσιο αυτής της θεωρητικής προσέγγισης, η επαγγελματική εξουθένωση δεν αντιμετωπίζεται ως ένα ενιαίο φαινόμενο, αλλά διακρίνεται σε τρεις αλληλένδετες διαστάσεις. Η πρώτη διάσταση είναι η σωματική κόπωση, η οποία εκδηλώνεται μέσα από την έντονη και συνεχή αίσθηση κούρασης, την έλλειψη ενέργειας και την αδυναμία εκτέλεσης ακόμη και απλών καθημερινών εργασιών. Η δεύτερη είναι η συναισθηματική εξάντληση, όπου το άτομο χάνει το ενδιαφέρον του για κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, απομακρύνεται από συναδέλφους ή πελάτες και σταδιακά περιορίζει την επιθυμία του για ανθρώπινη επαφή. Τέλος, η τρίτη διάσταση είναι η γνωστική κόπωση, η οποία αφορά τη μειωμένη διανοητική λειτουργία, την έλλειψη συγκέντρωσης, την αδυναμία λήψης αποφάσεων και την καθυστέρηση στην έναρξη ή ολοκλήρωση πνευματικών δραστηριοτήτων. Το μοντέλο των Shirom και Melamed προσφέρει μια ολιστική κατανόηση του φαινομένου, συνδέοντας την εξουθένωση με σωματικές, ψυχολογικές και νοητικές πτυχές της ζωής του εργαζομένου.

Αιτίες εμφάνισης

Η εμφάνιση της επαγγελματικής εξουθένωσης συνδέεται άμεσα με τις συνθήκες του εργασιακού περιβάλλοντος. Όταν οι απαιτήσεις μιας θέσης εργασίας ξεπερνούν τις δυνατότητες και τους διαθέσιμους πόρους του ατόμου, τότε δημιουργείται μια ανισορροπία που οδηγεί σε μακροχρόνια φθορά. Αντίξοες και πιεστικές συνθήκες, όπως ο υπερβολικός φόρτος εργασίας, οι συνεχείς αλλαγές στο ωράριο ή το κυκλικό πρόγραμμα, προκαλούν κόπωση και αίσθηση αδυναμίας. Η ασάφεια του ρόλου, όταν δηλαδή οι εργαζόμενοι δεν έχουν ξεκάθαρες αρμοδιότητες και υποχρεώσεις, οδηγεί σε σύγχυση, ανασφάλεια και χαμηλή αποδοτικότητα. Η αυταρχική διοίκηση και η έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας με τους προϊσταμένους ενισχύουν την αποξένωση και μειώνουν το αίσθημα της επαγγελματικής ικανοποίησης. Σε πολλές περιπτώσεις, οι εργαζόμενοι βιώνουν μια αίσθηση απομόνωσης, καθώς δεν λαμβάνουν την υποστήριξη που χρειάζονται, ενώ ο συνεχής ανταγωνισμός και η πίεση για υψηλές επιδόσεις επιβαρύνουν περαιτέρω την ψυχική τους κατάσταση.

Επιπτώσεις στην εργασία και στη ζωή

Οι επιπτώσεις της επαγγελματικής εξουθένωσης είναι πολλαπλές και αφορούν τόσο το ίδιο το άτομο όσο και το εργασιακό πλαίσιο μέσα στο οποίο δραστηριοποιείται. Ο εργαζόμενος που υποφέρει από εξουθένωση παρουσιάζει σημαντική μείωση της παραγωγικότητας και της ποιότητας της εργασίας του, καθώς η κόπωση δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί με την ίδια αποτελεσματικότητα στα καθήκοντά του. Σταδιακά, εμφανίζει σημάδια αποστασιοποίησης και αδιαφορίας, αποφεύγει την επαφή με συνεργάτες και ασθενείς ή πελάτες, ενώ πολλές φορές απομακρύνεται από τις ευθύνες του. Η συναισθηματική του κατάσταση επιβαρύνεται σημαντικά, με συχνές εκδηλώσεις κατάθλιψης, θυμού, ενοχών και αρνητικών συναισθημάτων που διαταράσσουν την καθημερινότητά του. Η σωματική υγεία δεν μένει ανεπηρέαστη, καθώς οι εργαζόμενοι με burnout συχνά αναφέρουν πονοκεφάλους, γενικευμένη δυσφορία, αϋπνία, έλλειψη ενέργειας και ανικανότητα συγκέντρωσης. Επιπλέον, σε επίπεδο οργανισμού, η επαγγελματική εξουθένωση προκαλεί σοβαρά προβλήματα, καθώς παρατηρούνται αυξημένες απουσίες, μειωμένη συνεργασία και αρνητική στάση απέναντι στη διοίκηση. Το κλίμα στον χώρο εργασίας γίνεται βαρύ, η απόδοση πέφτει αισθητά και η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υποβαθμίζεται.

Συμπεράσματα

Η επαγγελματική εξουθένωση, όπως αναδεικνύεται μέσα από το μοντέλο των Shirom και Melamed, δεν είναι ένα απλό ψυχολογικό φαινόμενο αλλά μια πολύπλευρη κατάσταση που αγγίζει όλες τις πτυχές της ζωής του εργαζομένου. Η κατανόηση των αιτιών και των συμπτωμάτων της αποτελεί καθοριστικό βήμα για την πρόληψη και την έγκαιρη παρέμβαση. Η αντιμετώπισή της απαιτεί δράσεις τόσο σε ατομικό επίπεδο, όπως η ψυχολογική υποστήριξη, η ανάπτυξη στρατηγικών διαχείρισης του άγχους και η τήρηση ισορροπίας ανάμεσα στην εργασία και την προσωπική ζωή, όσο και σε οργανωτικό επίπεδο, με τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την ενίσχυση της επικοινωνίας με τη διοίκηση και τον σαφή καθορισμό ρόλων και υποχρεώσεων. Μέσα από αυτήν την ολιστική προσέγγιση, είναι δυνατόν να προστατευθεί όχι μόνο η υγεία και η ευημερία των εργαζομένων αλλά και η αποτελεσματικότητα και η βιωσιμότητα των οργανισμών στους οποίους εργάζονται.